τριττύα — τριττύᾱ , τριττύα fem nom/voc/acc dual τριττύᾱ , τριττύα fem nom/voc sg (doric aeolic) τριττύς the number three fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τριττύας — τριττύᾱς , τριττύα fem acc pl τριττύᾱς , τριττύα fem gen sg (doric aeolic) τριττύς the number three fem acc pl τριττύς the number three fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τριττύαι — τριττύᾱͅ , τριττύα fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τριττύαν — τριττύᾱν , τριττύα fem acc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Тройная жертва — • Τριττύα, suovetaurilia, см. Жертва, 4 … Реальный словарь классических древностей
τριττυῶν — τριττύα fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ЖЕРТВА — • Sacrificĭa. В обширном смысле под Ж. разумеется всякое приношение богам, которым выражается или зависимость от них, или свидетельство благоговения и благодарности к ним или посредством которого желают приобрести божественную милость … Реальный словарь классических древностей
τρίκτειρα — ἡ, Α βλ. τριττύα … Dictionary of Greek
τρίκτευα — και τρικτεύα, ἡ, Α βλ. τριττύα … Dictionary of Greek
τρίκτοια — και τρίττοια, ἡ, Α βλ. τριττύα … Dictionary of Greek